ΜΗΝΙΑΙΟΝ ΟΡΘΟΔΟΞΟΝ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟΝ
ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ
ΤΕΥΧΟΣ 372 ΦΕΒΡΟΥΑΡΙΟΣ 2004 ΣΕΛ.42-43
Τό δάνειο
Του Αρχιμ. Αθηναγόρα Καραμαντζάνη
Το "δανείζειν" και "δανείζεσθαι" είναι ένα κοινωνικό φαινόμενο
πολύ συχνό.
Καθώς κυλά η ζωή του ανθρώπου παρουσιάζονται πολλές
δύσκολες καταστάσεις. Ανάμεσα σε αυτές υπάρχουν και οικονομικά
προβλήματα, που πολλές φορές εμφανίζονται απροσδόκητα και με
οξύτητα. Δημιουργούνται έτσι αδιέξοδα, που απαιτούν άμεσες λύσεις.
Τότε ο άνθρωπος καταφεύγει στο δανεισμό, είτε από δημόσιο φορέα
(κράτος, τράπεζα κλπ.), είτε από άτομα, ζητώντας χρήματα ή και
άλλα πράγματα, για να καλύψη την προκύψασα ανάγκη. Έτσι
δημιουργείται το δάνειο.
Ο λόγος του Θεού δεν παραθεωρεί τα κοινωνικά προβλήματα του
ανθρώπου. Τουναντίον, με το άπλετο φώς της διδασκαλίας του
χειραγωγεί τον χριστιανό σε όλο το φάσμα της πολύπτυχης
κοινωνικής του συμπεριφοράς. Έτσι και στο προκείμενο θέμα
του δανεισμού προσφέρει τον καθοδηγητικό του λόγο. Εξετάζει
το δάνειο πρώτα από την πλευρά του δανειστού και ύστερα από
την πλευρά του δανειζομένου.
Στη Σοφία Σειράχ, κεφ.29 στίχ.Ι, το "δανείζειν" χαρακτηρίζεται
ως έλεος, δηλ. ως εκδήλωσις αγάπης και ευσπλαχνίας προς τον
πλησίον και ως τήρησις των εντολών του Θεού. "Ο ποιών έλεος
δανειεί τω πλησίον και ο επισχύων (ενισχύων) τη χειρί αυτού,
τηρεί εντολάς". Ότι δε το "δανείζειν" θεωρείται χρέος και
καθήκον κάθε ανθρώπου του Θεού, φαίνεται και από τον προστακτικό
τρόπο με τον οποίο εκφέρεται ο β' στίχ. του ιδίου κεφαλαίου:
"δάνεισον τω πλησίον εν καιρό χρείας αυτού". Εξ'άλλου κατηγορηματικός
είναι και ο Κύριος επί του θέματος αυτού και λέγει:
"Τον θέλοντα από σου δανείσασθαι μη αποστραφείς" (Ματθ.5,42).
Καθορίζοντας δε το νέο ήθος, που ήλθε να χαρίσει στους ανθρώπους,
δια της αγάπης, η οποία υπερβαίνει θυσιαστικά την φυσική τάξι
της δόσεως και ανταποδόσεως, επιλέγει: "δανείζετε μηδέν απελπίζοντες",
(χωρίς να περιμένετε ανταπόδοσι). Διότι: "εάν δανείζετε αυτούς
παρ'ών ελπίζετε απολαβείν, ποία υμίν χάρις εστί; και γαρ αμαρτωλοί
αμαρτωλοίς δανείζουσιν, ίνα απολάβωσι τα ίσα" (Λουκ.6,34).
Η διαπροσωπική δηλ. συμπεριφορά του χριστιανού, όχι μόνο υπερβαίνει
το επίπεδο των σχέσεων των αμαρτωλών ανθρώπων, αλλά και προχωρεί στο
"περισσόν", διότι -όπως λέγει- "εάν αγαπήσητε τους αγαπώντας υμάς...
τι περισσόν ποιείτε; ουχί και οι τελώναι (γενικώς οι αμαρτωλοί)
ούτω ποιούσιν;" (Ματθ.5,46-47). Εμφορούμενος από το πνεύμα αυτό του
Χριστού ο πιστός "όλην την ημέραν ελεεί και δανείζει", σύμφωνα με
τις δυνατότητές του, διότι λέγει:"Αντιλαβού του πλησίον κατά
δύναμίν σου" (Σοφ.Σειρ.29,20).
Γνωρίζει, βέβαια ο χριστιανός, ως προσγειωμένος άνθρωπος, ότι πολλοί
δεν θα ανταποκριθούν στην αγάπη και καλωσύνη του, αλλά θα σπεύσουν
ίσως να την εκμεταλευθούν. Το γεγονός όμως αυτό, μακράν του να
είναι ευχάριστο, δεν αλλοιώνει ωστόσο την καλή του διάθεσι για την
εξυπηρέτησι του πλησίον στην παρουσιαζομένη του ανάγκη. Δανείζει
"μηδέν απελπίζων". Θεωρεί την πράξι του δανεισμού, κατά κάποιο τρόπο,
ως ελεημοσύνη και φιλανθρωπία προς τον πλησίον, αλλά και ως χρέος
δικό του έναντι του Θεού, του οποίου τυγχάνει μυρίων ταλάντων"
(Ματθ.18,24). Γιαυτό αγωνίζεται να μη αγανακτή και δυσανασχετή
εναντίον του και τον εκβιάζη για την επιστροφή του δανείου. Διότι
ακούει τον Θεό που παραγγέλλει: "ούκ έση αυτόν (τον οφειλέτη)
κατεπείγων" (Έξοδ.22,25). Πολύ δε περισσότερο δεν προβαίνει σε
πράξεις εκδικήσεως και τιμωρίας, σαν τον δούλο της παραβολής,
ο οποίος, αφού απήλαυσε την φιλανθρωπία του Κυρίου με την "απόσβεσι"
του χρέους των μυρίων ταλάντων, "έπνιγε τον συνδούλο του λέγων,
απόδος μοι ει τι οφείλεις". Τί του ώφειλε; Απλώς, "εκατόν δηνάρια".
Όμως, τελικά "απελθών έβαλεν αυτόν εις την φυλακήν, έω ού αποδώ
το οφειλόμενον" (Ματθ.18,28-30).
Είναι γνωστό ότι ο Κύριος καυτηρίασε έντονα την στάσι του άσπλαχνου
αυτού και τόνισε ότι το αυτό θα πράξη και ο ίδιος εναντίον του,
παραδίδοντάς τον "τοις βασανισταίς, έως ού αποδώ πάν το οφειλόμενον
αυτώ" (ένθ.ανωτ.).
Με την κατά το πνεύμα του Ευαγγελίου αντιμετώπισί του ο χριστιανός
φυσικά ζημιώνεται υλικά. Αλλά προτιμά να χάση χρήμα ή οτιδήποτε
άλλο, παρά να χάση τον Θεό. Εξ'άλλου μόλις είναι ανάγκη και να
λεχθή ότι ο χριστιανός, όταν δανείζη αποφεύγει τον τοκισμό, ήτοι
τον "επί τόκω δανεισμόν", όχι μόνο τον παράνομο (τοκογλυφία)
αλλά και τον νόμιμο. Τούτο απαρέσκει στον Θεό. Είναι ρητές, αυστηρές
και επανειλημμένες οι απαγορεύσεις του Θεού μέσα στο θείο Του λόγο:
"Ούκ εκτοκιείς (δεν θα δώσεις δάνειο χρημάτων με τόκο) τω αδελφώ σου
τόκον αργυρίου και τόκο βρωμάτων (τροφίμων) και τόκον παντός
πράγματος, ού εάν εκδανείσεις" (Δευτ.23,40). Και αλλού:
"Ού λήψη τόκον και φοβηθήση τον Θεόν σου, εγώ Κύριος" (Λευϊτ.25,36).
Ο δέ προφήτης Ιεζεκιήλ τοποθετεί μεταξύ των μεγάλων κακών το να
λαμβάνη κανείς "τόκον και πλεονασμόν" (Ιεζ.22,12). Εξ'ίσου αυστηροί
και καταδικαστικοί για τα δάνεια και τους τόκους είναι και οι μεγάλοι
Πατέρες της Εκκλησίας μας, που ασχολήθηκαν με όλα τα κοινωνικά
προβλήματα των ανθρώπων. Ο Μ.Βασίλειος χαρακτηρίζει
"υπερβολικήν απανθρωπίαν" το να ζητή κανείς τόκους από τον πτωχό
(ομιλ. στον 14 Ψαλμ.) και ο Ιερός Χρυσόστομος συμφωνεί, επειδή -όπως
λέγει- οι τόκοι κατατρώγουν και κατασπαράσσουν τις ψυχές των
δυστυχισμένων ανθρώπων περισσότερο από τα θηρία. (ομιλ. εις Ματθ.).
Και θεωρεί ότι τίποτε δεν είναι αισχρότερο του τόκου: "ουδέν γαρ,
ουδέ των ενταύθα τόκων αισχρότερον, ουδέ ωμότερον. Τας γαρ αλλοτρίας
ο τοιούτος πραγματεύεται συμφοράς και πρόσοδον (κέρδος) την ετέρου
δυσημερίαν (δυστυχία) ποιείται..." (ομιλ. εις Ματθ. Ε',5).
Είναι φυσικό ότι οι ανωτέρω θέσεις, τόσο της θείας Βίβλου, όσο και
των θεοφόρων Πατέρων, στο υπό εξέτασι θέμα μας αποτελούν αληθινό
μαστίγωμα και της σύγχρονης, δήθεν χριστιανικής κοινωνίας μας,
από την οποία δυστυχώς "ούκ εξέλιπε εκ των πλατειών αυτής τόκος
και δόλος" (Ψαλμ.54,12).
Το θέμα του δανείου όμως δεν εξαντλείται μόνο στο δανειστή, αλλά
επεκτείνεται και στον δανειζόμενο. Και στο θέμα αυτό καθοδηγητική
είναι η βιβλιοπατερική διδασκαλία. Καταρχήν συνιστάται η αποφυγή
του δανεισμού, επειδή αφαιρεί την ελευθερία και δημιουργεί δουλεία,
αλλά και πολλές άλλες παρενέργειες. Ο κοινονικώτατος Μ.Βασίλειος
συμβουλεύει: "Όλα να τα χάσεις εκτός από την ελευθερία σου...
Να μή δεχθής να σε πολιορκή δανειστής. Να μή ανεχθείς να σε αναζητούν
και να ψάχνουν τα ίχνη σου σαν κάποιο άλλο θήραμα. Το δάνειον
είναι αρχή ψεύδους' είναι αφορμή αχαριστίας, αγνωμοσύνης, επιορκίας...
Πλούσιος είσαι; ΜΗ ΔΑΝΕΙΖΕΣΑΙ. Πτωχός είσαι; ΜΗ ΔΑΝΕΙΖΕΣΑΙ. Διότι
εάν είσαι ευκατάστατος, δεν έχης ανάγκη από δάνειον. Εάν τίποτε
δεν έχης, δεν θα εξοφλήσης το δάνειον". Και επιλέγει ο Ιερός Πατήρ
ευφυέστατα: "Διατί δένεις τον ευατόν σου με γόνιμο θηρίον;
Διοτί τόκος νομίζω ωνομάσθηηκε δια την μεγάλη γονιμότητα του κακού.
Ή ίσως τόκος λέγεται δια τους πόνους και τας λύπας που προξενεί εις
τας ψυχάς των δανεισθέντων..." (Ομιλ. εις ΙΔ' Ψαλμ. ΕΠΕ). Και
συμπληρώνει ο θείος Χρυσόστομος: "Εκκόψωμεν ούν την πονηράν νηδύν
των τόκων" (Εις Ματθ. ΝΣΤ').
Συνεπώς, θα πρέπει ο χριστιανός που καταφεύγει στο δανεισμό -όταν
είναι αναπόφευκτος- πριν από την λήψη του δανείου να μετρά τις
δυνάμεις του, για να εξακριβώνει, εαν δύναται να ανταποκριθεί στις
υποχρεώσεις του. Και η πρώτη και κύρια υποχρέωσις, κατά τον λόγο του
Θεού, είναι η έγκαιρος απόδοσις και επιστροφή του δανείου:
"Απόδος τω πλησίον εις τον καιρόν" (Σοφ.Σειρ.29,2).
Όχι. δηλ. "δανεικά και αγύριστα", όπως λέγει ο λαός. Ο χριστιανός
πρέπει να είναι ο κατέξοχήν αξιόχρεως και αξιόπιστος χρεωφειλέτης,
"στερέωσον λόγον και πιστώθητι μετ'αυτού, και εν παντί καιρώ
ευρήσεις την χρείαν σου (ενθ. ανωτ.).
Προηγείται η εξόφλησις του χρέους και έπονται όλες οι άλλες ανάγκες.
Διότι, επί τέλους, προτιμώτερο είναι να κοιμάται κανείς νηστικός,
παρά να ξυπνά με χρέη. Καθώς λέγει και η ξένη παροιμία: "άδειο σακκί
δεν στέκει ολόρθο".
Η Αγία Γραφή, κατά τρόπο ανάγλυφο και ψυχολογημένο περιγράφει την
κακή συμπεριφορά του δανειζομένου, πρό, αλλά και μετά το δάνειο.
Πολλοί -λέγει- βρήκαν τον δανεισμό σαν ένα εύκολο και έξυπνο τρόπο,
για να αποκτούν χρήματα: "Πολλοί ως εύρεμα ενόμισαν δάνος και
παρέσχον πόνον τοις βοηθήσασιν αυτοίς". (Σοφ.Σειρ.29,40).
Και συνεχίζει: "Ο κακός και αχάριστος χρεωφειλετης, μέχρις ότου θα
λάβει το δάνειον, καταφιλεί την χείρα του δανειστού' και δια τα
χρήματα του πλησίον, που ελπίζει να λάβη, χαμηλωνει ικετευτικώς την
φωνή του. Όταν όμως έλθη ο καιρός της αποδόσεως του δανείου,
αναβάλλει και παρελκύει τον χρόνο, προβάλλει λόγους στενοχωρίας
και τας δυσχερείς τάχα περιστάσεις. Εάν ο κακός χρεωφειλέτης είναι
εις θέσιν να πληρώση, ο δανειστής του, έστω και αν λάβη το ήμισυ
του χρέους, θα θεωρήση ως τούτο ως εύρημα. Εάν όμως δεν έχει να
πληρώση, δεν θα επιστρέψη τίποτε εις αυτόν και έτσι θα τον στερήση
εξ ολοκλήρου από τα χρήματά του. Επί πλέον θα τον κάμη και εχθρόν του
χωρίς λόγον. Θα τον πληρώση όμως με κατάρας και ύβρεις και αντί τιμής
θα του ανταποδώση την καταφρόνησιν (ενθ. ανωτ.6-7).
Η συμπεριφορά αυτή θεωρείται αχαριστία προς τον ευεργέτη δανειστή
και τελικά ως κλοπή και ληστεία. Πολλοί δέ είναι εκείνοι που
αγανακτούν και αρνούνται να δώσουν δάνειο εξ αιτίας της αχαρακτήριστης
αυτής διαγωγής των χρεωφειλετών.
Τί όμως πρέπει να γίνη; Θα αφήση κανείς αβοήθητους όλους εκείνους
που ευρισκόμενοι σε μεγάλη ανάγκη, καταφεύγουν σ'αυτόν και ζητούν
την βοήθειά του; Ο λόγος του Θεού και πάλι μας προτρέπει:
"Χάριν εντολής, αντιλάβου πένητος και κατά την ένδειαν αυτού μή
αποστρέψης αυτόν κενόν" (ενθ.ανωτ.).
Συνεπώς, ο άνθρωπος του Θεού, αντιμετωπίζει με συμπάθεια και σπλάγχνα
οικτιρμών "τους θέλοντας απ'αυτού δανείσασθαι", μιμούμενος έτσι τον
Κύριό του, ο οποίος "τον ήλιον αυτού ανατέλλει επί πονηρούς και
αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους" (Ματθ.5,45).